Δευτέρα 28 Αυγούστου 2017

Adela Fernández: 'Το κλουβί της θείας Ενεντίνας' (Από την συλλογή διηγημάτων με τίτλο 'DUERMEVELAS') και 'Η ασαφής γαλακτική οδός' (Από την συλλογή διηγημάτων με τίτλο 'VAGO ESPINAZO DE LA NOCHE') Μετάφραση από τα Ισπανικά



ΤΟ ΚΛΟΥΒΙ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΕΝΕΝΤΙΝΑ

 Από τότε που ήμουν οχτώ χρονών με έστελναν να πάω φαγητό στη θεία μου την Ενεντίνα, την τρελή. Σύμφωνα με τη μάνα μου τρελάθηκε από τη μοναξιά. Η θεία Ενεντίνα ζούσε στο δωμάτιο υπηρεσίας που βρίσκεται στην άκρη της πίσω αυλής. Καθώς θεωρούσαν δεδομένο ότι θα πήγαινα εγώ τα φαγητά, κανένας δεν την επισκέφτηκε ξανά, ούτε καν είχαν καμιά περιέργεια γι αυτήν. Επιπλέον έριχνα την τροφή και στις κότες και στα γουρούνια. Για τα ζώα, ναι με ρωτούσαν, και μάλιστα με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Ήταν σημαντικό γι αυτούς να ξέρουν αν πάχαιναν, ενώ αντιθέτως κανείς δεν ενδιαφερόταν αν η θεία Ενεντίνα σιγά σιγά έλιωνε.

Έτσι είχαν τα πράγματα, έτσι ήταν πάντα, έτσι εγώ έγινα άντρας, έχοντας καθημερινό καθήκον να πηγαίνω την τροφή στα ζώα και στη θεία.

Τώρα είμαι δεκαεννιά χρονών και τίποτα δεν έχει αλλάξει. Η θεία δεν αρέσει σε κανέναν. Το ίδιο κι εγώ γιατί είμαι νέγρος. Η μάνα μου ποτέ δε μου έχει δώσει ένα φιλί και ο πατέρας μου αρνείται ότι είμαι δικό του παιδί. Η Γκογίτα, η γριά μαγείρισσα, είναι η μόνη που μιλάει μαζί μου. Αυτή μου λέει ότι το δέρμα μου είναι μαύρο γιατί γεννήθηκα εκείνη τη μέρα που είχε έκλειψη, τότε που όλα σκοτείνιασαν και τα σκυλιά αλυχτούσαν. Από αυτή έμαθα να κατανοώ το λόγο που δεν αρέσω. Σκέφτονται ότι όπως και με την  έκλειψη, έτσι κι εγώ θα γίνω η αιτία που θα εξαφανιστεί το φως από τους ανθρώπους. Η Γκογίτα είναι ανοιχτή, ομιλητική και μου διηγείται πολλές ιστορίες, ανάμεσα σ' αυτές και πώς έγινε και αποτρελάθηκε η θεία μου η Ενεντίνα.

Λέει ότι ήταν έτοιμη να παντρευτεί και την παραμονή του γάμου της ένας άντρας βρώμικος και ρακένδυτος χτύπησε την πόρτα της και τη ζήτησε. Τη διαβεβαίωσε ότι ο μνηστήρας της δε θα παρουσιαζόταν στην εκκλησία και θα έμενε για πάντα ανύπαντρη. Συμπονώντας την για το μέλλον που της προδιαγραφόταν της έκανε δώρο ένα τεράστιο κλουβί από σύρμα για να παρηγοριέται στα γεράματά της φροντίζοντας καναρίνια. Ποτέ δεν έγινε γνωστό αν εκείνος ο άντρας, που έφυγε χωρίς να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες, ήταν σταλμένος από το Θεό ή το Διάβολο.

Όπως πρόβλεψε εκείνος ο ξένος, χωρίς καμιά εξήγηση η υπόσχεση για σύναψη γάμου εγκαταλείφθηκε και η θεία μου η Ενεντίνα,ζώντας στην αβεβαιότητα και την άσκοπη προσμονή, τρελάθηκε από τη μοναξιά. Η  Γκογίτα μου λέει πως έτσι συνέβησαν τα πράγματα και κατά πάσα πιθανότητα πράγματι έτσι έγιναν. Η θεία Ενεντίνα ζει με το κλουβί της και έχοντας ένα όνειρο: να πάρει ένα καναρίνι. Κάθε φορά που πηγαίνω να τη δω είναι το μόνο που μου ζητάει και όλα αυτά τα χρόνια δεν έχω καταφέρει να της το πάω. Στο σπίτι δε μου δίνουν λεφτά. Ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού που πουλάει πουλιά στην πλατεία δε θέλει να μου δώσει ένα δώρο και τη μέρα που έκλεψα το πουλί της Δόνια Ρουπέρτα, παρά λίγο να μου κοστίσει τη ζωή. Το έκρυψα σε ένα κουτί από παπούτσια, με ανακάλυψαν, άρχισαν να με χτυπάνε και με ανάγκασαν να το γυρίσω πίσω.

Η αλήθεια είναι ότι με στενοχωρεί πολύ η θεία και καθώς δεν έχω καταφέρει να της φέρω καναρίνι, αποφάσισα να της φερθώ τρυφερά. Μπήκα στο δωμάτιο..., αυτή, συνηθισμένη στο σκοτάδι, πήγαινε από το ένα μέρος στο άλλο. Συνειδητοποίησα ότι αυτή η επιδεξιότητά της να κρύβεται μου φάνηκε γοητευτική. Μετά βίας μπορούσα να την ξεχωρίσω, τη μια ανέβαινε στα έπιπλα, την άλλη σκαρφάλωνε σε μια στίβα εφημερίδες. Έμοιαζε με γκρι ποντικό έτσι που μπερδευόταν μέσα σ' ένα χαμό από πεταγμένα αντικείμενα. Ανέβαινε πάνω στο κλουβί και ταλαντευόταν με τρόπο που σου προκαλούσε θλίψη. Έμοιαζε μ' αυτές τις μεγάλες αράχνες με το μικρούλικο σώμα και τα τεράστια, εύθραυστα πόδια.

Ψάχνοντας στα τυφλά, ανάμεσα σε πηγαινέλα και περδικλώματα, άρχισα να την πλησιάζω. Πόσο δύσκολο ήταν να την παγιδέψω. Ήταν βρώμικη και έζεχνε. Το πρόσωπό της έμοιαζε καταπληκτικά με την εικόνα της Σάντα Λεπρόσα δε λα Καπίγια δε Σαν Λάζαρο: κοκαλιάρα, σαν πτώμα, με ένα Θεό μέσα της που σε κέρδιζε με το πόσο ταιριαστά ήταν. Δε μου ήταν εύκολο να της κάνω έρωτα.

Με έμπλεξε στις κλωστίτσες του φουστανιού της από οργάντζα, αλλά τα κανόνισε μια χαρά για να βρεθώ μαζί της. Κι όλα αυτά αντί ενός καναρινιού, που παρά την υπόσχεσή μου, δε μπορούσα να της το χαρίσω.

Μετά από αυτές τις οικειότητες, κάθε φορά που έφερνα την τροφή της, έβγαζε το χέρι με τα μακρυά νύχια αναζητώντας την επαφή μαζί μου. Έφτασα σε σημείο να κάνω διείσδυση πολλές φορές, αλλά αυτό άρχισε να μ' ενοχλεί. Η θεία Ενεντίνα μου προκαλούσε πόνο, έχωνε τα νύχια της στο δέρμα μου, με δάγκωνε και τα κοφτερά και μυτερά της κόκαλα βυθίζονταν στη σάρκα μου. Έτσι αποφάσισα να ψάξω να βρω τον τρόπο για να της δώσω ένα καναρίνι, όσο κι αν μου κόστιζε αυτό.

Έχουν περάσει πια τρεις μήνες που δεν έχω μπει στο δωμάτιό της. Της μιλάω για την υπόσχεσή μου κι αυτή γελάει σαν ποντικάκι, της φεύγουν τα σάλια και πηδάει από δω και από κει. Μου ζητάει τροφή πουλιών. Μάλλον θέλει να σιγουρέψει την τροφή για το καναρίνι που της υποσχέθηκα. Κάθε  μέρα της φέρνω λίγη από αυτή που αγοράζει η Γκογίτα για την καρδερίνα της.

Έχει περάσει ένας χρόνος και βάλε κι αυτό με το καναρίνι φαντάζει αδύνατο. Με πονάει που της μεταφέρω τέτοια απογοήτευση, ούτε θέλω όμως να κάνω ξανά έρωτα μαζί της. Αντί για τις τρυφερότητες και το καναρίνι, της πρότεινα την καρδερίνα της Γκογίτα. Χοροπηδάει, γελάει, κουνάει αρνητικά το κεφάλι. Φαίνεται να μη θέλει πια πουλί, όμως επιμένει στις καθημερινές χούφτες με την τροφή πουλιών που της φέρνω. Έτσι είναι η τρέλα της, το χρυσό χρώμα των σπόρων φαίνεται να της δίνει χαρά.

Ένιωσα πολύ μόνος, τόσο που αποφάσισα να ξαναμπώ στο σκοτεινό δωμάτιο της θείας Ενεντίνα. Από εκείνες τις μέρες που της έκανα έρωτα, έχουν περάσει πια δυο χρόνια. Πρόσεξα ότι είναι πιο ήρεμη, μπορώ να πω ότι ζει σε μια γαλήνη. Σκέφτηκα πως πλέον δε θα με γρατζουνίσει. Γι αυτό μπήκα εξ αιτίας της μοναξιάς μου και επειδή πρόσεξα πως ήταν ήπια.

Μέσα πλέον στο δωμάτιο, θέλησα να της κάνω έρωτα αλλά αυτή σκαρφάλωσε στο κλουβί. Παρασυρμένος από την όρεξή μου για τρυφερότητες, περίμενα αρκετά, χρόνος που ήταν αναγκαίος για να συνηθίσω το λίγο φως. Τότε ήταν που μέσα στο κλουβί μπόρεσα να δω δυο μωράκια δίδυμα, αδύνατα και αλμπίνους. Η θεία Ενεντίνα τα κανάκευε με τρυφερότητα και ευτυχισμένη τους έδινε, σαν πουλάκια, την μικροσκοπική τροφή.

Τα παιδιά μου, λεπτούλικα, άβουλα, έτρωγαν την τροφή των πουλιών και κελαηδούσαν.

Adela Fernandez
(Από την συλλογή διηγημάτων με τίτλο 'DUERMEVELAS')



Η ΑΣΑΦΗΣ ΓΑΛΑΚΤΙΚΗ ΟΔΟΣ
  
Στην αρχή δεν ήθελα να το κάνω αλλά παρασύρθηκα από την ιδέα. Η συμφωνία για την αυτοκτονία προέκυψε στο ορφανοτροφείο, όταν ο Δον Σατουρνίνο, ο επόπτης, μας τιμώρησε καταβρέχοντάς μας με κρύο νερό με μια μάνικα. Μας άφησε ολόγυμνους στο δωμάτιο να στεγνώνουμε κάτω από το θανατερό φως ενός φεγγαριού που έφθινε. Ήμασταν εκεί για ώρες, κουρασμένοι από το τρεμούλιασμα και αηδιασμένοι από τη βρώμα που μας ερχόταν από το χοιροστάσιο, όπου αγωνιούσε ένα γουρούνι. Εξ αιτίας της γύμνιας, του κρύου που μας έκαιγε, της ομίχλης που τα έκανε όλα πιο λυπητερά και του ζώου που στρίγκλιζε, νιώσαμε πιο ορφανά από ποτέ.

Είχαμε βάλει αλάτι στις ζαχαριέρες των δασκάλων και σε όλους εμάς τους τιμωρημένους φάνηκε ότι αυτή η γελοία σκανδαλιά δεν άξιζε μια τόσο σκληρή τιμωρία. Στις τέσσερις το πρωί μπήκαμε στο υπνοδωμάτιο και ανάμεσα σε κλαψουρίσματα και λυσσαλέα γέλια στίβαμε το μυαλό μας να βρούμε τί εκδίκηση θα πάρουμε. Ο Ιγνάσιο, ο μεγαλύτερος απ' όλους μας, ο 'μεγάλος' των 11 χρόνων, μας έπεισε πως το καλύτερο ήταν να πεθάνουμε, να αυτοκτονήσουμε για να κουβαλάει ο Δον Σατουρνίνο το κρίμα αυτής της ομαδικής αυτοκτονίας για όλη του τη ζωή.

Ο Ιγνάσιο ήταν γιος ενός πρακτικού θεραπευτή και ανιψιός ενός πνευματιστή και είχαμε τη βεβαιότητα ότι είχε την επαφή με το υπερπέραν και την γνώση για τους ευθείς δρόμους του θανάτου, έτσι κάναμε όλα όσα μας είπε ότι ήταν αναγκαία. Μας προέτρεψε να  παρακαλέσουμε τη Μοίρα, λέγοντας προσευχές σε μια περίεργη γλώσσα, για να μη καταλήξουμε θλιμμένα εκτοπλάσματα κολλημένα στη γη, αλλά αγνά πνεύματα, φωτισμένα και υψηλά. Με λέξεις τέλεια περιγραφικές μας σκιαγράφησε την ασαφή Γαλακτική Οδό που αποτελείται από σκόνη φωτός και αρμονικούς αστερισμούς. Ήταν εύκολο να φανταστούμε αυτή την τεράστια και φωτεινή ραχοκοκαλιά να λάμπει στη μαυρίλα του νυκτερινού ουράνιου θόλου. Μας υποσχέθηκε ότι θα ανεβούμε στο Θεό από αυτή. Θα ξεκινούσαμε αυτό το θανατερό ταξίδι από τον κόκκυγα και θα πηγαίναμε σκαρφαλώνοντας από τους σπονδύλους που θα μας αποκάλυπταν μυστήρια πέρα από κάθε φαντασία.

Φτάνοντας στον τράχηλο θα μπορούσαμε να μπούμε στο κεφάλι του Θεού. Έτσι μας είπε. Σε όλους εμάς φάνηκε ότι θα ήταν μια συναρπαστική περιπέτεια και με υπακοή και αφοσίωση συνεχίσαμε τις εντολές του  Ιγνάσιο. Για οχτώ νύχτες, οι πέντε σύντροφοι πιασμένοι από τα χέρια και με τα μάτια κλειστά, προσευχόμασταν λέγοντας τις ενδεδειγμένες προσευχές. Φτάνοντας στην ένατη μέρα συνάψαμε τελετουργικά την συμφωνία. Ο Ιγνάσιο έδωσε στον καθένα από μας για να μασήσει πέντε μπαλίτσες μεσκαλίνα και μετά μπήκαμε στο εργαστήριο για να κλέψουμε τέσσερα μπουκαλάκια αιθέρα και τον ήπιαμε με μεγάλες γουλιές.

Παρά τους εμετούς, η επίδραση ήταν άμεση. Θυμάμαι τις αναγούλες, τη ζάλη και την απαίσια όψη: η τεράστια ραχοκοκαλιά έπλεε μέσα στο σύμπαν, φωτισμένη από τα δικά της ουράνια σώματα.
Εκεί βρισκόμασταν όλοι και σκαρφαλώναμε στους πρώτους σπονδύλους, καταβάλλοντας προσπάθεια να μη πέσουμε, μέσα σ' αυτή την παχύρρευστη φωταψία. Ξαφνικά ο φόβος με παρέλυσε και ενώ οι σύντροφοί μου σκαρφάλωναν προς το κεφάλι ψάχνοντας την υπερφυσική νοημοσύνη, εγώ, παρασυρμένος από μια καταραμένη δύναμη, σύρθηκα προς το κέντρο της ραχοκοκαλιάς προς την ουρά, μια ζώνη γεμάτη με μικρά κομματάκια που κινούνταν ανεξέλεγκτα. Δεν ξέρω για πόσες ώρες κατέβαινα μέσα από τα κόκαλα αναπνέοντας κύματα αέρα που έκοβε σα διαμάντι και αιμορραγώντας από το στόμα και τη μύτη. Η γεμάτη αρμονία φωτεινότητα και οι ανταύγειες της βρισκόταν πολύ μακρυά μου και εγώ, μόνος, βρέθηκα παγιδευμένος στον τελευταίο σπόνδυλο του κόκκυγα, εκεί όπου βρίσκονται οι συμφορές, το κακό και η αμηχανία. Παγιδευμένος στον τρόμο βρέθηκα ανάμεσα στα απομεινάρια του χάους, χωρίς να έχω τη δυνατότητα να ξεφύγω από αυτό και χωρίς να καταλαβαίνω γιατί δεν κατάφερα να σκαρφαλώσω.
Όταν ξύπνησα στο αναρρωτήριο δεν ένιωσα καμία ανακούφιση γιατί το το πιο ουσιώδες κομμάτι μου είχε μείνει σ' εκείνη την κοσμική φυλακή. Οι φίλοι μου είχαν πεθάνει και μου αρέσει να σκέφτομαι ότι κατάφεραν να φτάσουν στο κεφάλι του Θεού. Έχουν περάσει επτά χρόνια από τότε που έφυγαν κι εγώ έχω επιζήσει χωρίς να είμαι ευχαριστημένος με την πραγματικότητα και παράλληλα νιώθω εξευτελισμένος από το Θάνατο που μυστηριωδώς με απέπεμψε.

Παραμένω στη ζωή, έχοντας μεγαλώσει και όντας περιορισμένος στο ίδρυμα, μ' αυτή την αίσθηση ότι το κεφάλι μου φουσκώνει κάθε φορά και περισσότερο, βουϊζει και γεμίζει με παχύρρευστα υγρά, όπου επιπλέουν ή βυθίζονται τα άστρα του κακού και των βασάνων. Από το γεγονός ότι έμεινα να περιπλανιέμαι στην κατώτερη ζώνη του σκελετού του σύμπαντος και από το ότι έχασα την ικανότητα να μιλάω, όλοι υποθέτουν ότι είμαι ηλίθιος. Αυτό φαίνεται να σκέφτεται ο Δον Σατουρνίνο κάθε φορά που τον κοιτάζω προσεκτικά. Το θέμα είναι ότι κάθε φορά που παρατηρώ πόσο τον γονάτισαν οι ευθύνες του και πώς ζει με τον φόβο των φαντασμάτων, έτσι όπως το σχεδιάσαμε, εκπλήσσομαι και θα ήθελα να τον ρωτήσω τί πραγματικά συμβαίνει στη συνείδησή του. Ξέρω ότι κάτι τον βαραίνει, αν και κάθε φορά που αναφέρεται στο γεγονός λέει ότι δεν ήταν τίποτα παραπάνω από μια παιδική δειλία.

Κανείς δε φαντάζεται πόσο υποφέρω και πόσο προσπαθώ να βγω από αυτή την αστρική κοιλότητα.
Με ένα μείγμα λύπης και απέχθειας με αποκαλούν Ηλίθιο και με προορίζουν μόνο για το σκούπισμα των δωματίων. Συμμορφώνομαι και υπομένω τη ρουτίνα της μιας μέρας που διαδέχεται την άλλη, ενώ το πνεύμα μου που έχει εγκατασταθεί στην ασαφή Γαλακτική Οδό παλεύει κόντρα στις συμφορές, επιθυμώντας διακαώς κάποια μέρα να εξαφανιστούν. Ξέρω ότι όταν καταφέρω να διαχειριστώ το δικό μου χάος, θα βγω από την ουρά και ... σπόνδυλο τον σπόνδυλο θα ανέβω, θα έχω πρόσβαση στη ζώνη της φωτεινής σκόνης και όπως έκαναν οι φίλοι μου θα μπορέσω να εισχωρήσω στο θεϊκό, αστρικό κεφάλι του Καλού και της κοσμικής Νοημοσύνης. Αυτή συνεχίζει να είναι η μοναδική μου επιθυμία: να φτάσω στο Θεό. Αυτό σκέφτομαι όταν σκουπίζω και αυτό ονειρεύομαι όταν κοιμάμαι.

Adela Fernandez
(Από την συλλογή διηγημάτων με τίτλο 'VAGO ESPINAZO DE LA NOCHE')



Δεν υπάρχουν σχόλια: